8 Μαρτίου – Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας: Τι πραγματικά εορτάζουμε αυτή την ημέρα;
Σήμερα καλούμαστε να αναγνωρίσουμε το φαινόμενο των διακρίσεων κατά των γυναικών σε όλο το ευρύ φάσμα του και να το αντιμετωπίσουμε.
Με ποιους τρόπους; Από την μια να καταδικάσουμε την βία και να την εξοβελίσουμε. Από την άλλη να δώσουμε κίνητρα και δύναμη στις ίδιες τις γυναίκες να εξελίξουν την ζωή τους ισότιμα. Η 8 του Μάρτη μας το θυμίζει.
Αυτό ονομάζεται γυναικοκτονία. Χρειάζεται να εισαχθεί ο όρος γυναικοκτονία στον ποινικό κώδικά μας ως ποινικά κολάσιμο αδίκημα. Σκοτώνουν τις γυναίκες γιατί είναι γυναίκες. Μα θα πει κάποιος ποια η αναγκαιότητα να θεσπιστεί ξεχωριστό ποινικό αδίκημα αφού και αυτό θα τιμωρείται με την ίδια ποινή; Είναι απαραίτητο γιατί έτσι θα φωτιστούν οι αιτίες του εγκλήματος αυτού που είναι υπαρκτές αλλά αόρατες. Θα γίνει ορατό σε όλους μας, το πρόβλημα της έμφυλης βίας που διατρέχει την κοινωνία μας.
θα αναγνωριστεί επιτέλους όλη η βία που υποβάλλονται οι γυναίκες προκειμένου να υποταχθούν στις επιταγές της πατριαρχικής κοινωνίας. Και δεν είναι μόνο το 2021 και δεν είναι μόνο η Ελλάδα. Η έμφυλη βία διατρέχει όλους τους πολιτισμούς διαχρονικά.
Είμαι αισιόδοξη ότι σύντομα θα έχουμε αποτελέσματα προς την νομική καθιέρωση του όρου γιατί ήδη παρατηρούμε σε επίπεδο κοινωνίας ο όρος χρησιμοποιείται ευρύτατα με κορυφαία στιγμή την χρήση του όρου σε ανακοίνωση της ΠτΔ. Επίσης παρατηρώ ότι όλο και περισσότεροι δημοσιογράφοι χρησιμοποιούν τον όρο. Μου φαίνεται λοιπόν πολύ μακρινό το 2018 που είχα τότε την πρωτοβουλία ως δημοτική σύμβουλος της παράταξης «Ηλίου πόλις ανθρώπινη πόλη» να προτείνω ένα ψήφισμα που καταδίκαζε την έμφυλη βία με αφορμή την γνωστή υπόθεση της φοιτήτριας της Ρόδου, και στο οποίο είχα συμπεριλάβει τον όρο «γυναικοκτονία», είχα συναντήσει τότε πολύ στεναρή αντίσταση από τον τότε Δήμαρχο και την παράταξή του καθώς και άλλες παρατάξεις και τελικά δεν πέρασε ο όρος «γυναικοκτονία» στο ψήφισμα. Σήμερα όμως με τους αγώνες του γυναικείου κινήματος η κοινωνία μας είναι περισσότερο ώριμη να αποδεχθεί τον όρο.
Όσον αφορά τον Δήμο Ηλιούπολης βλέπω μια στασιμότητα στην θεσμική αντιμετώπιση των ζητημάτων της έμφυλης βίας και των έμφυλων διακρίσεων εις βάρος των γυναικών.
Σχετικά με τις διεκδικήσεις που αφορούν τις γυναίκες: Αγωνιζόμαστε για
Την πλήρη εφαρμογή του Ν. 4531/2018 (Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης) και του Ν. 4604 /2019 (ουσιαστική ισότητα των Φύλων, νόμος που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση Σύριζα).
Την αναβάθμιση και αύξηση των δημόσιων δομών (Συμβουλευτικά Κέντρα Ξενώνες φιλοξενίας.
Την κατάργηση του νόμου 4800/2021 για την συνεπιμέλεια.
Την συγκρότηση ειδικών τμημάτων ενδοοικογενειακεής βίας σε κάθε αστυνομικό τμήμα πανελλαδικά με ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό.
Την συνεχή λειτουργία της Ιατροδικαστικής υπηρεσίας.
Επίσης θέλω να τονίσω με αφορμή την ημέρα της 8 Μάρτη, ότι σε επίπεδο εκπροσώπησης των γυναικών ο Σύριζα -ΠΣ προτείνει μια σπουδαία καινοτομία, που περιέχεται στις προτάσεις για το νέο καταστατικό του κόμματος, που θα ψηφιστεί στο επικείμενο συνέδριο του Απριλίου, την ισάριθμη κατά φύλο εκπροσώπηση 50-50% σε όλα τα όργανα και σε όλα τα κέντρα λήψης αποφάσεων. Επίσης δημιουργία παρατηρητηρίου κατά των διακρίσεων.Γιατί όταν οι γυναίκες παραμένουν εκτός της δημόσιας ζωής και δεν συμβάλλουν στην δημιουργία ισόρροπων σχέσεων χάνει η ίδια η κοινωνία βάλλεται η ίδια η δημοκρατία
Η ενθάρρυνση και ενδυνάμωση της παρουσίας των γυναικών στα κέντρα λήψης αποφάσεων είναι απαραίτητη προυπόθεση για αντιμετώπιση των διακρίσεων στις οποίες υπόκεινται. Το επιχείρημα που διατυπώνουν κάποιοι ότι δεν δικαιούνται ή ακόμη ότι δεν «αξίζουν» οι γυναίκες να συμμετέχουν επειδή κατέχουν λιγότερες δεξιότητες και είναι λιγότερο μορφωμένες ή έχουν λιγότερο χρόνο να διαθέσουν είναι τουλάχιστον παραπλανητικό ή και επικίνδυνο γιατί συντηρεί τις προκαταλήψεις και ένα φαύλο κύκλο εμποδίων στην πρόσβαση των γυναικών στην δημόσια ζωή.
Πιστεύω ο Σύριζα-ΠΣ σαν κόμμα της σύγχρονης ριζοσπαστικής Αριστεράς με την πρόταση αυτή αλλά και γενικότερα με τις θέσεις που έχει για τις γυναικείες διεκδικήσεις αναδεικνύει την εξάλειψη των έμφυλων διακρίσεων ως συγκροτητικό στοιχείο της πολιτικής φυσιογνωμίας του.