Τιμή στους Αγωνιστές του 1821
ΓΙΑΝΝΗΣ ΘΕΟΦΙΛΟΠΟΥΛΟΣ-ΚΑΡΑΒΟΓΙΑΝΝΟΣ
Ο πρώτος πυρπολητής του 1821
(του Περικλή Δ.Καπετανόπουλου, δημοσιογράφου-ιστορικού)
Πόσοι νεοέλληνες σήμερα, γνωρίζουν για τον Καραβόγιαννο, το πρώτο πυρπολητή του 1821;
Κι όμως πρόκειται για τον αγωνιστή, που έγραψε ένα από τα λαμπρότερα κεφάλαια της ιστορίας του Αγώνα της Ανεξαρτησίας, ίσως το πιο σπουδαίο σε σημασία και αγωνιστική ενδυνάμωση, στον κατά θάλασσα αγώνα.
Ευτύχησε να πρωταγωνιστήσει σε δύο από τις κορυφαίες στιγμές του Αγώνα της Παλιγγενεσίας: Την πρώτη πυρπόληση, στην ιστορία του Πολεμικού Ναυτικού, ενός τουρκικού πολεμικού πλοίου (δίκροτο ντελίνι) με κυβερνήτη τον Αρναούτ Μπαϊραχτάρη. με μπουρλότο στην Ερεσό, στις 27 Μαΐου 1821, Και ένα χρόνο αργότερα, στη Χίο, στις 6 Ιουνίου 1822, μετά τις φοβερές σφαγές του ελληνικού πληθυσμού, τίναξε στον αέρα τη ναυαρχίδα του οθωμανικού πολεμικού στόλου "Κινούμενο Όρος", μαζί με τον αρχιναύαρχο του οθωμανικού ναυτικού (Καπουδάν παρά) Καρά Αλή.
Στην επίσημη ιστορία όμως, για τις δύο αυτές φοβερές πυρπολήσεις, που έδωσαν θάρρος και δύναμη στους Έλληνες αγωνιστές, σε στεριά και θάλασσα, ο Καραβόγιαννος δεν αναφέρεται πουθενά, ή αναφέρεται σαν πλήρωμα των πυρπολικών, αλλά όχι σαν πρωταγωνιστής ή σαν συμπρωταγωνιστής του Παπανικολή και του Κανάρη.
Κι όμως, επίσημα ντοκουμέντα της Βουλής των Ψαρών του 1821 και του 1822, τον αναφέρουν ως πυρπολητή. Αυτά τα έγγραφα επικύρωσε αργότερα η Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδας, το 1823 και τον ονόμασε αντιστράτηγο για τους αγώνες του.
Ποιος ήταν όμως ο Καραβόγιαννος;
Ο Γιάννης Θεοφιλόπουλος, γεννήθηκε στα Λαγκάδια της Γορτυνίας, το 1790 και πέθανε πικραμένος στην Αθήνα το 1885, σε ηλικία 95 ετών.
Όταν ήταν 18 ετών, στα 1808 έφυγε από τα Λαγκάδια, εξ αιτίας της διαμάχης που είχε με τον τοπικό Τούρκο αγά, και κατέφυγε αρχικά στο Ναύπλιο, και στη συνέχεια στα Ψαρά.
Διδάχτηκε την τέχνη των πυρπολικών από το Πατατούκο, και έτσι άρχισε τα ηρωικά του κατορθώματα για τα οποία, ενώ κάνουν λόγο τα ιστορικά ντοκουμέντα, δεν τον μνημονεύουν οι "εθνικοί" ιστορικοί ’21. Οι εξορμήσεις του Καραβόγιαννου με το στόλο των Ψαριανών διαδέχονται η μία την άλλη, κατά μήκος του Ανατολικού Αιγαίου και προς Βορράν μέχρι τα Δαρδανέλλια και τον Ελλήσποντο, την Άβυδο, τα Κατάστενα και Νίμπροτζε, καθώς και σε Κασσάνδρα, Αίνο και Τένεδο, και Σάμο. Το 1822 παίρνει μέρος στη Ναυμαχία των Πατρών στις 20 Φεβρουαρίου, όπως βεβαιώνει και ο Ναύαρχος Νικολής Αποστόλης.
Σε όλες ανεξαιρέτως τις βεβαιώσεις της Βουλής των Ψαρών γίνεται μνεία των αρετών του Καραβόγιαννη.
Όπως αναφέρει επί λέξη ο Κωνσταντής Κανάριος, για πολεμικά του κατορθώματα "δεν έλαβεν ούτε οβολόν, παραμερίζοντας έτσι και τις διχόνοιες".
Ποιοι είναι όμως οι λόγοι, που ο Καραβόγιαννος δεν έχει τη θέση που του αξίζει στην επίσημη ιστορία;
Μήπως γιατί ότι η Ιστορία η οποία γράφεται με το αίμα των πολλών, καταχωρείται από τους επίσημους ιστορικούς με την πένα τους βουτηγμένη στο χρυσοφόρο μελάνι των ολίγων, και πολλές φορές για να ανακαλύψει κανείς την αλήθεια, πρέπει να την γυρίσει ανάποδα;
Η πρώτη προσπάθεια για την αποκατάσταση της ηρωικής μορφής του Καραβόγιαννου, έγινε από τον δημοσιογράφο Γιώργο Βαλασόπουλο και τις στήλες της αθηναϊκής εφημερίδας «Νέμεσις», τον Απρίλιο του 1884. Και η προσπάθεια αυτή συνεχίστηκε από τον καθηγητή ιστορίας Εμμανουήλ Βροϊλη μέσα από την εφημερίδα «ΕΘΝΙΚΟΝ ΠΝΕΥΜΑ» την ίδια χρονιά, ένα χρόνο δηλαδή πριν τον θάνατο του Καραβόγιαννου.
Και οι δύο τους προκάλεσαν τον ιστορικό Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο, να απαντήσει με σαφήνεια, βασιζόμενος στα ντοκουμέντα και την ίδια τη μαρτυρία του Καραβόγιαννου, γιατί έγινε παραχάραξη και όλη η φήμη των δύο πυρπολήσεων, ανήκει στους Παπανικολή και Κανάρη, αλλά ο κ. Παπαρηγόπουλος, σιώπησε πεισματικά.
Η δεύτερη προσπάθεια για την αποκατάσταση του ξεχασμένου ήρωα, έγινε τη δεκαετία του ΄80, από τον εγγονό του Καραβόγιαννη, Σπύρο Θεοφιλόπουλο. Ο τελευταίος ανακάλυψε ότι το αρχείο του Θεοφιλόπουλου πουλήθηκε το 1918 στον Ιωάννη Βλαχογιάννη και στη συνέχεια κατέληξε στο Αρχείο Αγωνιστών του ’21. Μαζί με τα έγγραφα στο Βλαχογιάννη, παραδόθηκε και το σπαθί του Θεοφιλόπουλου, το οποίο άγνωστο πως, μερικές δεκαετίες αργότερα βρέθηκε στα χέρια του Ναυπάκτιου πολιτικού και πρωθυπουργού της αποστασίας Γεωργίου Αθανασιάδη Νόβα ή Γαργάλατα.
«Είμαι ο πρώτος όσων με διαταγή του τότε ναυάρχου επήγα επι κεφαλής ενός μέρους ναυτών και εκγυμνώσαμεν το πλησίον του Ελλησπόντου μικρόν φρούριον του Νομπριτζιε ονομαζόμενον, του οποίου τριάντα τόσα κανόνια και άλλας πολλάς πολεμικάς ύλας μεταφέραμεν εις Ψαρά.
Ο αυτός εγώ είμαι όπως απεφάσισα και έβαλα τον εαυτόν μου εις κίνδυνον, εισελθών εις το τρίτον μπουρλότον; αφού τα δύο πρώτα απέτυχον, δι’ ου εκαύσαμεν κατά την Μυτιλήνην το Τουρκικό Δίκροτον.»
Υ.Γ. Από επιστολή του Αντιστράτηγου Ιωάννη Θεοφιλόπουλου προς τον Κυβερνήτη της Ελλάδος (Ιούλιος 1829)
Ο Καραβόγιαννος δεν έδρασε μόνο στη θάλασσα, διακρίθηκε και στη στεριά. Ήδη από τον Αύγουστο του 1822, δύο μήνες μετά την πυρπόληση της ναυαρχίδας του Καρά-Αλή μπαίνει στο χώρο των στεριανών μαχών. Έγινε ένας από τους υπασπιστές του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
Ο Φωτάκος στους Βίους των Πελοποννησίων στρατιωτικών του 1821 αναφέρει περιληπτικά:
ΓΙΑΝΝΗΣ ΘΕΟΦΙΛΟΠΟΥΛΟΣ, Η ΤΣΑΚΑΛΟΣ
Καὶ οὗτος ἐγεννήθη εἰς τὰ Λαγκάδια. Ἐν ἀρχῇ
τῆς ἐπαναστάσεως εὑρέθη ναυτικὸς εἰς τὰ Ψαρὰ, καὶ
ἀνεδείχθη ἕνας ἐκ τῶν ἐπισήμων πυρπολητῶν, καύσας
Τουρκικὰ πλοῖα. Μετὰ δὲ ταῦτα ὑπηρέτησε καὶ εἰς
τὴν ξηρὰν μετὰ τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη.
Στη μάχη των Τρικόρφων για την παλικαριά του ονομάστηκε «Τσάκαλος».
Μετά την Επανάσταση, το 1832 και 1833 χρημάτισε πολιτάρχης Τριπολιτσάς και Λεονταρίου.
Το 1865, του απονεμήθηκε τιμητικά ο βαθμός του ταγματάρχη της Φάλαγγας, χωρίς την αντίστοιχη προικοδότηση του βαθμού του.
Στα βαθιά γηρατειά του, πάμπτωχος και ξεχασμένος, ζούσε στην Αθήνα, σε ένα σπιτάκι, σε μια πάροδο της οδού Αιόλου, κοντά στη βρύση του Βορρά.
Εκεί τον ανακάλυψε ο δημοσιογράφος Βαλασόπουλος και στη συνέχεια ο καθηγητής Βροήλης το 1884.
Εκείνη τη χρονιά οργανώθηκε η πρώτη έκθεση κειμηλίων του ιερού αγώνα στο νεόδμητο Πολυτεχνείο. Όμως πολλοί Αθηναίοι, αντί πάνε στην έκθεση που οργάνωσε η κυβέρνηση Τρικούπη, συνέρρεαν στο φτωχικό του Καραβόγιαννου, που έγινε τόπος προσκυνήματος από το λαό για τις λησμονημένες δάφνες του.
Όπως γραφεί η εφημερίδα «ΕΘΝΙΚΟΝ ΠΝΕΥΜΑ» τις ημέρες εκείνες, καθημερινά διάφοροι όμιλοι ανθρώπων, προσέρχονταν με θρησκευτική ευλάβεια στο ταπεινό σπιτάκι και ασπάζονταν με σεβασμό το χέρι του Καπετάν Γιάννη, ακούγοντας από το στόμα του την ιστορία των ενδόξων κατορθωμάτων του.
Ο ίδιος διηγήθηκε στον καθηγητή Βροήλη για το πώς τινάχτηκε από τον ίδιο στον αέρα η ναυαρχίδα του Καρά-Αλή, αλλά αυτό το χειρόγραφο δεν βρέθηκε μέχρι σήμερα πουθενά.
Ένα μέρος του όμως, έχει δημοσιευτεί στην ιστορία του Οικονόμου, ο οποίος σημειώνει ότι την παραθέτει όπως την του διηγήθηκε ο Καραβόγιαννος.
Με βάσει την διήγηση του Θεοφιλόπουλου, ο Βροήλης δημοσίευσε μελέτη με τίτλο «Ο πρώτος Πυρπολητής του Αγώνα, Ιωάννης Γ. Θεοφιλόπουλος», το 1884.
Η έρευνα, στα Αρχεία των Αγωνιστών του 21, στις εφημερίδες και τα χρονικά της εποχής, οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα, στο οποίο είχε καταλήξει πριν 132 χρόνια ο καθηγητής Εμμ.Βροήλης.
Ο Κανάρης στη Χίο χρησιμοποίησε την πείρα που είχε αποκτήσει ο Καραβόγιαννος στην Ερεσό και κινήθηκε κάτω από τις οδηγίες του. Από τα έγγραφα προκύπτει και από την διήγηση του ίδιου του Ιωάννη Θεοφιλόπουλου, ότι τόσο στη Χίο, όσο και στην Ερεσό, ο Καραβόγιαννος ήταν ο μπουρλοτιέρης.
Αλλά αυτός απλός ναύτης παραμερίστηκε από τους αρχηγούς του, όπως συμβαίνει συνήθως. Και ίσως αυτός να είναι ο λόγος που ο Καραβόγιαννος, λίγους μήνες μετά την ανατίναξη της ναυαρχίδας του Καρά Αλη, δυσαρεστημένος για την παραγκώνιση του, αφού ζήτησε και πήρε τα πιστοποιητικά των Ψαριανών, άφησε τη θάλασσα για να κατακτήσει με την ανδρεία του, νέες δάφνες στη στεριά και να γίνει αντιστράτηγος.
Δεν είναι λοιπόν υπερβολή αυτό που έγραψε ο Βροήλης την εποχή που ζούσαν ακόμα πολλοί αγωνιστές, ότι « ο Παπανικολής αφήρεσεν όλη τη δόξα του Θεοφιλόπουλου, ενώ το ήμισυ μόνον αυτής του ανήκεν».
Πέθανε πάμπτωχος αλλά τιμημένος.
Την 1 Δεκεμβρίου 1885, σε ηλικία 95 ετών, ο Καπετάν Γιάννης Θεοφιλόπουλος πέρασε στην αιωνιότητα.
Στην κηδεία του παρέστη, μεταξύ άλλων, και ο εγγονός του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Θεόδωρος Γενναίου Κολοκοτρώνης, ο οποίος όταν παρακλήθηκε από κάποιους να εκφωνήσει τον επικήδειο, ξέσπασε σε δάκρυα λέγοντας: "Τι να είπω εγώ εις τον Καπετάν Γιάννη; Μπορεί ο λύχνος να φέξη τον ήλιον; Ο Καπετάν Γιάννης ήτο και του πάππου μου ανώτερος".
Αντί επικήδειου, ο Θεόδωρος Κολοτρώνης ο νεώτερος (ο επονομαζόμενος και Φαλέζ) , εστιχούργησε το εξής επιτύμβιο για τον Καραβόγιαννο:
"ΗΤΑΝ ΛΙΟΝΤΑΡΙ ΤΗΣ ΞΗΡΑΣ
ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΔΕΛΦΊΝΙ
ΠΟΥ ΤΡΕΜΑΝ ΣΑΝ ΤΟΝ ΑΚΟΥΓΑΝ ΚΑΙ
ΤΟΥΡΚΟΙ ΚΑΙ ΑΛΤΖΕΡΙΝΟΙ"
Ο Καραβόγιαννος στη συλλογική μνήμη
Το 1910 ο Δήμος Αθηναίων έδωσε το όνομα του σε δρόμο της Αθήνας, στις αρχές της λεωφόρου Βουλιαγμένης, οπού υπάρχει και σήμερα.
Το 1970 η προτομή του στήθηκε στην κεντρική πλατεία των Λαγκαδιών.
Το 1988, επί Δημαρχίας του αείμνηστου Δημήτρη Κιντή, σε συνεργασία με το Σύνδεσμο Λαγκαδιών της Αττικής στήθηκε η προτομή του Καραβόγιαννου στη πλατεία Σικελιανού στα Κανάρια, στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα.
Το όνομα του δόθηκε επίσης την δεκαετία του ’80 σε πλοίο φαρικών αποστολών του Πολεμικού Ναυτικού με αριθμό Α-479 που σήμερα είναι παροπλισμένο στο Ναύσταθμο.
Πηγές:
1. Ιωάννης Θεοφιλόπουλος, Αρχείο Αγωνιστών, Εθνική Βιβλιοθήκη
2. Βαλέτας,Γ.( 1972), Ο Καπετάν Γιάννης Θεοφιλόπουλος και το ολοκάυτωμα της Ερεσσού, Αθήνα: Αιολικά Γράμματα.
3. Βροήλης, Εμμ.(1884),Ο πρώτος πυρπολητής του ΄21, Ιωάννης Θεοφιλόπουλος ή Καραβόγιαννος, Εφημερίς "Εθνικόν Πνεύμα", φύλλα 28 Μαρτίου έως 5 Απριλίου
4. Βαλασόπουλος,Γ.(1884), Υπέρ του αδικηθέντος πυρπολητού Ιωάννη Θεοδιλόπουλου και χάριν της Ιστορίας , Εφημερίς "Νέμεσις", 7 Απριλίου
5. Κατσόγιαννης Ι.(1970), Ο πυρπολητής Ιωάννης Θεοφιλόπουλος, Εφημερίς "ΗΧΩ των ΛΑΓΚΑΔΙΩΝ", φ. 10 Απριλίου
6. Κασόλας, Μ. (1975), Γιάννης Θεοφιλόπουλος ή Καραβόγιαννης, εφημερίς "Αυγή"
7. Κυριακοπούλου Αγγέλα,(2000), Ο Μωραΐτης πυρπολητής του 1821, Ιστορικά της Ελευθεροτυπίας
8. Θεοφιλοπούλου Κωνσταντίνα, (1970), Μαρτυρία για τον Καπετάν Γιάννη.
9. Οικονόμου, Μ.(1873), Ιστορικά της Ελληνικής Παλιγγενεσίας ή ο Ιερός των Ελλήνων Αγών, Αθήνα: Παπαλεξανδρής
10. Χρυσανθακόπουλος, Φ.(1888), Βίοι Πελοποννησίων Ανδρών, Αθήνα: Σακελλαρίου